Σκύψε αν μπορείς στη θάλασσα τη σκοτεινή ξεχνώνταςτον ήχο μιας φλογέρας πάνω σε πόδια γυμνάπου πάτησαν τον ύπνο σου στην άλλη ζωή τη βυθισμένη.
Γράψε αν μπορείς στο τελευταίο σου όστρακοτη μέρα τ' όνομα τον τόπο και ρίξε το στη θάλασσα για να βουλιάξει.
Βρεθήκαμε γυμνοί πάνω στην αλαφρόπετρα κοιτάζοντας τ' αναδυόμενα νησιά κοιτάζοντας τα κόκκινα νησιά να βυθίζουνστον ύπνο τους, στον ύπνο μας.
Εδώ βρεθήκαμε γυμνοί κρατώντας τη ζυγαριά που βάραινε κατά το μέροςτης αδικίας.
Φτέρνα της δύναμης θέληση ανίσκιωτη λογαριασμένη αγάπη στον ήλιο του μεσημεριού σχέδια που ωριμάζουν,δρόμος της μοίρας με το χτύπημα της νέας παλάμης στην ωμοπλάτη˙στον τόπο που σκορπίστηκε που δεν αντέχειστον τόπο που ήταν κάποτε δικός μας βουλιάζουν τα νησιά σκουριά και στάχτη.
Βωμοί γκρεμισμένοι κι οι φίλοι ξεχασμένοι φύλλα της φοινικιάς στη λάσπη.
Αφησε τα χέρια σου αν μπορείς, να ταξιδέψουν εδώ στην κόγχη του καιρού με το καράβιπου άγγιξε τον ορίζοντα.
Φτέρνα της δύναμης θέληση ανίσκιωτη λογαριασμένη αγάπη στον ήλιο του μεσημεριού σχέδια που ωριμάζουν,δρόμος της μοίρας με το χτύπημα της νέας παλάμης στην ωμοπλάτη˙στον τόπο που σκορπίστηκε που δεν αντέχειστον τόπο που ήταν κάποτε δικός μας βουλιάζουν τα νησιά σκουριά και στάχτη.
Βωμοί γκρεμισμένοι κι οι φίλοι ξεχασμένοι φύλλα της φοινικιάς στη λάσπη.
Αφησε τα χέρια σου αν μπορείς, να ταξιδέψουν εδώ στην κόγχη του καιρού με το καράβιπου άγγιξε τον ορίζοντα.
Οταν ο κύβος χτύπησε την πλάκα όταν η λόγχη χτύπησε το θώρακα όταν το μάτι γνώρισε τον ξένο και στέγνωσε η αγάπη μέσα σε τρύπιες ψυχές˙όταν κοιτάζεις γύρω σου και βρίσκεις κύκλο τα πόδια θερισμένα κύκλο τα χέρια πεθαμένα κύκλο τα μάτια σκοτεινά˙όταν δε μένει πια ούτε να διαλέξειςτο θάνατο που γύρευες δικό σου,ακούγοντας μια κραυγή ακόμη και του λύκου την κραυγή,το δίκιο σου˙άφησε τα χέρια σου αν μπορείς να ταξιδέψουν ξεκόλλησε απ' τον άπιστο καιρό και βούλιαξε, βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες...
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ
1 σχόλιο:
ΩΡΑΙΟ
Δημοσίευση σχολίου