ΥΠΟΚΛΟΠΕΣ-ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΣΑΛΙΚΙΔΗ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΤΟΥ ΙΟΥ- ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Η συγκάλυψη άφησε καθαρά ίχνη Η κυβέρνηση διστάζει να προχωρήσει σε εξεταστική επιτροπή για το σκάνδαλο των υποκλοπών που έχει σημαδευτεί από το θάνατο ενός νέου ανθρώπου.
Το κενό αυτό επιχειρεί να καλύψει η διαρκής Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας. Επειτα από σχετικές παροτρύνσεις του Απόστολου Κακλαμάνη, ο πρόεδρος της Επιτροπής Μιλτιάδης Παπαϊωάννου δήλωσε ότι θα διερευνηθεί το ζήτημα και άφησε να εννοηθεί ότι είναι πιθανή και η σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής εφόσον τελικά προκύψουν επαρκή στοιχεία. Ως πηγή αυτών των νέων στοιχείων υποδεικνύεται ήδη το πόρισμα της ΕΥΠ, το οποίο δεν έχει παραδοθεί μέχρι σήμερα στη Βουλή, με το επιχείρημα του «εθνικού απορρήτου». Με την ίδια δικαιολογία, το πόρισμα δεν έχει παραδοθεί ούτε στην αρμόδια αρχή, την ΑΔΑΕ. Ο κ. Παπαϊωάννου, όμως, πρόσθεσε και κάτι άλλο. Ανακοίνωσε ότι η Επιτροπή θα διερευνήσει και τις συνθήκες θανάτου του Κώστα Τσαλικίδη, σε συνδυασμό με την υπόθεση της Vodafone.
Η νέα αυτή τροπή στη διερεύνηση του σκανδάλου των υποκλοπών προκάλεσε άμεσες αντιδράσεις και ο πρόεδρος της Επιτροπής έγινε αμέσως στόχος επιθέσεων από μερίδα των μέσων ενημέρωσης. Πιο χαρακτηριστικό, το άρθρο του Γιάννη Πρετεντέρη με τον τίτλο «Αστυνομικό Δελτίο» («Το Βήμα», 28.1.2010). Ο αρθρογράφος ειρωνεύεται τον κ. Παπαϊωάννου ότι διεκδικεί αρμοδιότητα «αστυνομικού επιθεωρητή» και τον κατακεραυνώνει με ένα ατράνταχτο επιχείρημα: «Ο πρόεδρος της Επιτροπής είναι ήδη πεπεισμένος ότι η αφορμή για την αποκάλυψη της υπόθεσης ήταν ο θάνατος του Τσαλικίδη, ακόμα κι αν οι υποκλοπές είχαν αποκαλυφθεί στην κυβέρνηση περίπου δέκα μήνες προτού αυτοκτονήσει ο δυστυχής υπάλληλος! Υποθέτω ότι ο πρόεδρος έχει ήδη επιδοθεί σε προσωπική διερεύνηση των περιστατικών της αυτοκτονίας, η οποία τον οδήγησε σε διαφορετικά συμπεράσματα από αυτά της Αστυνομίας και της τακτικής Δικαιοσύνης».
Τσαλικίδης και υποκλοπές
Ο ισχυρισμός αυτός είναι πρωτοφανής. Γιατί βέβαια είναι πασίγνωστο ότι ο θάνατος του Τσαλικίδη συνέβη στις 9.3.2005 και η πρώτη ενημέρωση της κυβέρνησης την αμέσως επομένη μέρα, δηλαδή στις 10.3.2005, στο γραφείο του τότε πρωθυπουργού, όταν ο διευθύνων σύμβουλος της Vodafone Γιώργος Κορωνιάς αποκάλυψε στον κ. Αγγέλου και τον κ. Βουλγαράκη ότι γίνονταν υποκλοπές από το δίκτυο της εταιρείας. Αρα όχι μόνο δεν είχε ενημερωθεί η κυβέρνηση «δέκα μήνες νωρίτερα», αλλά συνέβη το ακριβώς αντίθετο: η κυβέρνηση ενημερώθηκε εσπευσμένα αμέσως μετά το θάνατο Τσαλικίδη.
Ανεξάρτητα από τους λόγους που οδήγησαν σ' αυτή τη δημοσιογραφική αστοχία, δύσκολα κρύβεται ο εκνευρισμός ορισμένων κύκλων μπροστά στο ενδεχόμενο να ανοίξει και πάλι η υπόθεση αυτή, και μάλιστα μετά την αλλαγή της κυβέρνησης και την απομάκρυνση από τα υπουργικά έδρανα των προσώπων που την είχαν διαχειριστεί μέχρι σήμερα. Τι είναι ακριβώς αυτό που μπορεί να διερευνήσει η Επιτροπή της Βουλής; Δεν μπορεί βέβαια να ανασυστήσει στοιχεία και δεδομένα τα οποία έχουν προ πολλού εξαφανιστεί ή καταστραφεί. Ομως εκείνο που μπορεί να κάνει είναι να αποδείξει την προσπάθεια συγκάλυψης της υπόθεσης. Και μέσω των προσώπων ή των φορέων που θα αποδειχτεί ότι συνήργησαν σ' αυτή τη συγκάλυψη μπορεί να οδηγηθούμε και στους βασικούς υπεύθυνους του πρωτογενούς σκανδάλου, δηλαδή των υποκλοπών.
Στη διερεύνηση της συγκάλυψης σημαντικό μέρος καταλαμβάνει η εξιχνίαση των συνθηκών του θανάτου Τσαλικίδη. Γιατί στον τρόπο που αντιμετωπίστηκε ο θάνατος αυτός διαφαίνονται οι πραγματικές προθέσεις καθενός από όσους χειρίστηκαν την υπόθεση. Σύμφωνα με την κατάθεση του κ. Κορωνιά, ο ίδιος ενημέρωσε από την πρώτη στιγμή (στις 10 και 11.3.2005) τους κυρίους Βουλγαράκη, Παπαληγούρα και Λινό για το «ατυχές γεγονός της αυτοκτονίας», λέγοντας ότι «εδώ υπάρχει και μια σύμπτωση χρονολογική και θα παρακαλούσα να το διερευνήσετε με επισταμένη προσοχή». Αν ισχύει αυτός ο ισχυρισμός, δεν εξηγείται καθόλου για ποιο λόγο ο θάνατος Τσαλικίδη αντιμετωπίστηκε από τις αρχές ως απλό γεγονός μιας αυτοκτονίας «ρουτίνας». Την υπόθεση ανέλαβε το τοπικό Αστυνομικό Τμήμα Κολωνού, ενώ ο ιατροδικαστής συνέταξε την έκθεσή του χωρίς να επισκεφτεί την οικία, προκειμένου να διενεργήσει την απαιτούμενη αυτοψία και να διαπιστώσει τις πραγματικές συνθήκες του συμβάντος. Οι αρχές από την πρώτη στιγμή δεν εξέτασαν καν το ενδεχόμενο να υπήρξε εγκληματική ενέργεια είτε άμεση (δηλαδή δολοφονία) είτε έμμεση (δηλαδή εκβιασμός ή και υποβοήθηση αυτοκτονίας). Και το χειρότερο: παρά την επισήμανση Κορωνιά, οι αρχές δεν ερεύνησαν ούτε στιγμή το ενδεχόμενο να υπάρχει συσχέτιση μεταξύ του θανάτου αυτού και των παράνομων υποκλοπών. Ούτε βέβαια ερευνήθηκαν τα χαρτιά, οι υπολογιστές και η αλληλογραφία του Τσαλικίδη, τα οποία μπορεί να περιείχαν σημαντικά στοιχεία για τη διαλεύκανση του γρίφου των υποκλοπών.
Εντεκα μήνες αργότερα, όταν δηλαδή η κυβέρνηση δημοσιοποίησε με μεγάλη επισημότητα ότι γίνονταν υποκλοπές (2/2/2006), πάλι «λησμονήθηκε» στην αρχή ο Τσαλικίδης. Ομως πλέον είχαν μπει στο χορό τα μέσα ενημέρωσης. Αμέσως την επόμενη μέρα η συσχέτιση των υποκλοπών με την υποτιθέμενη «αυτοκτονία» έγινε πρωτοσέλιδο. Και τότε διαπιστώσαμε ότι άλλαξαν οι ρόλοι. Η κυβέρνηση που είχε αγνοήσει εντελώς το θάνατο, αφήνοντας να χαθούν τα όποια τεκμήρια, εμφανίστηκε τώρα να του δίνει μεγάλη σημασία, ανέθεσε μάλιστα τη διερεύνηση της υπόθεσης στον έμπειρο εισαγγελέα Διώτη. Αντίθετα, η Vodafone, που υποτίθεται ότι διά του εκπροσώπου της είχε επισημάνει στις αρχές τη χρονική σύμπτωση υποκλοπών-«αυτοκτονίας», έσπευσε αμέσως να ανακοινώσει ότι δεν υπάρχει καμιά σχέση. Εβγαλε, μάλιστα, αμέσως και σχετική ανακοίνωση: «Με αφορμή τη φημολογία για το ατυχές περιστατικό του θανάτου του συναδέλφου Κώστα Τσαλικίδη, η Vodafone-Panafon αισθάνεται την ανάγκη να εκφράσει και δημοσίως τη θλίψη, αλλά και το σεβασμό της στη μνήμη του Κώστα, ο οποίος ήταν Προϊστάμενος Τμήματος Σχεδιασμού Δικτύου και εργαζόταν στην εταιρεία από το 1995. Η εταιρεία δηλώνει ότι ουδεμία σχέση υπάρχει μεταξύ του θανάτου και της ύπαρξης λογισμικού διενέργειας υποκλοπών τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και κάθε προσπάθεια συσχέτισής τους είναι, τουλάχιστον, άστοχη. Η εταιρεία, σεβόμενη τη μνήμη του Κώστα δεν θα ήθελε να προβεί σε καμία περαιτέρω δήλωση σχετικά με το περιστατικό και όσον αφορά τις επιμέρους λεπτομέρειες του συμβάντος θα πρέπει να αναζητηθούν από τις αρμόδιες Αστυνομικές Αρχές».
Αλλά από πού τα γνώριζε αυτά η εταιρεία; Και για ποιο λόγο βιαζόταν να κλείσει την υπόθεση; Βέβαια ούτε η έρευνα Διώτη συσχετίστηκε με την έρευνα για τις υποκλοπές. Οι δυο δικογραφίες παρέμειναν ξεχωριστές. Οπως αναμενόταν, ο κ. Διώτης κατέληξε κι αυτός στην εκδοχή της αυτοκτονίας. Ομως το πόρισμά του υπήρξε κόλαφος για τις έως τότε έρευνες, εφόσον ερμηνεύει την αυτοκτονία ως άμεση συνέπεια των υποκλοπών. Η σχετική παράγραφος στην τελική διάταξη Διώτη αναφέρει:
«Η αυτοκτονία του Κωνσταντίνου Τσαλικίδη συνδέεται αιτιωδώς με την ήδη αποκαλυφθείσα υπόθεση της παραβίασης του απορρήτου των τηλεφωνημάτων στην εταιρία Vodafone. Τούτο συνάγεται από το γεγονός ότι πολύ ενωρίτερα από την αποκάλυψη της υπόθεσης αυτής, ο Κωνσταντίνος Τσαλικίδης μίλησε για κίνδυνο να κλείσει η εταιρία Vodafone και για την αποχώρησή του ως ζήτημα ζωής ή θανάτου. Οπως βεβαιώνουν οι μάρτυρες Γεώργιος Κορωνιάς, Νικόλαος Μαστοράκης και Νικόλαος Πλεύρης, η εταιρία αυτή δεν αντιμετώπιζε κανένα απολύτως πρόβλημα που να απειλεί την ύπαρξή της. Επομένως το μόνο πρόβλημα που μπορούσε να εννοεί ο Κωνσταντίνος Τσαλικίδης είναι η υπόθεση των "τηλεφωνικών υποκλοπών". Εξ άλλου ο ίδιος δεν αντιμετώπιζε κανένα άλλο σοβαρό πρόβλημα το οποίο να τον οδηγήσει στην αυτοκτονία παρά μόνο το άγχος της εργασίας του, το οποίο, χωρίς εμφανή λόγο, τον οδήγησε στην αποχώρηση, στην επάνοδό του, στην ψυχολογική καταρράκωση του και τέλος στην προαναγγελθείσα από τον ίδιο εξέλιξη (ζήτημα ζωής ή θανάτου!)».
Η ερώτηση των βουλευτών
Η Επιτροπή της Βουλής έχει και ένα πρώτο ντοκουμέντο, πάνω στο οποίο μπορεί να στηρίξει την «αναψηλάφηση» της υπόθεσης. Πρόκειται για την ερώτηση 15 βουλευτών του ΠΑΣΟΚ που είχε κατατεθεί στις 7 Σεπτεμβρίου, την τελευταία μέρα δηλαδή πριν κλείσει η Βουλή για τις εκλογές. Με την ερώτηση αυτή, που έμεινε βέβαια αναπάντητη, οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, τέσσερις από τους οποίους κατέχουν ήδη κυβερνητική θέση (Πεταλωτής, Καρχιμάκης, Μπόλαρης, Τζάκρη), σχολιάζουν την τοποθέτηση ως διοικητή της ΕΥΠ του κ. Παπαγγελόπουλου, τον οποίο θεωρούν υπεύθυνο για τη συγκάλυψη της υπόθεσης και θέτουν τα ακόλουθα ερωτήματα:
* Αδιερεύνητο φέρεται να παραμένει το από ποιον και το πότε ενημερώθηκε ο διευθύνων σύμβουλος της Vodafone για το θάνατο του Κ. Τσαλικίδη. Σύμφωνα με την κατάθεση του πρώτου στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας στη Βουλή η ενημέρωση αυτή ήταν ανεξήγητα άμεση, καθώς έγινε νωρίς το πρωί της ίδιας μέρας του θανάτου (9.30 - 10.00 π.μ.), σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα από την εύρεση του πτώματος από την οικογένειά του και τουλάχιστον μία ώρα πριν (11.00 π.μ.) η οικογένειά του ανακοινώσει το γεγονός σε τρίτα πρόσωπα που ενδεχομένως μετέπειτα να πληροφόρησαν την εταιρεία.
* Παρά την προσφυγή της οικογένειας του Κ. Τσαλικίδη, φέρεται να μην ταυτοποιήθηκαν ποτέ οι κάτοχοι των αριθμών τηλεφώνων που κλήθηκαν ή κάλεσαν το κινητό του Κ. Τσαλικίδη τις ώρες πριν από το θάνατό του. Πρόκειται για τους παρακάτω αριθμούς, κάποιοι από τους οποίους δεν αντιστοιχούν σε κοινά κινητά ή σταθερά τηλέφωνα: 0030496499, 6972224621, 0030436024, 0030491010.
* Παρά επίσης την προσφυγή της οικογένειας του Κ. Τσαλικίδη, φέρεται να μην έγινε επαρκής έρευνα των ψηφιακών αρχείων στον υπολογιστή, στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και κυρίως σε φορητές συσκευές αποθήκευσης (USB) του εκλιπόντος.
* Αδιευκρίνιστη παραμένει μια φερόμενη ως ουσιαστική ανακρίβεια των καταθέσεων στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής του διευθυντή του Πρωθυπουργικού Γραφείου Γ. Αγγέλου και του διευθύνοντος συμβούλου της Vodafone, σχετικά με το πότε έλαβαν χώρα η πρώτη τηλεφωνική επικοινωνία αλλά και η συνάντηση που ορίσθηκε για την επόμενη μέρα στο Μαξίμου με θέμα τις υποκλοπές.
* Αδιευκρίνιστο φέρεται να παραμένει το εάν ο εκλιπών συμμετείχε ή όχι σε μυστική συνάντηση την 8.3.2005 με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Vodafone και άλλα υψηλόβαθμα στελέχη, συνάντηση που προηγήθηκε της ενημέρωσης του Μαξίμου από τον ίδιο τον διευθύνοντα σύμβουλο.
* Φέρεται να μην αναζητήθηκε το ένα από τα 3 τηλέφωνα που, σύμφωνα με το πόρισμα της ΑΔΑΕ, δεν παραδόθηκαν ποτέ στην ΑΔΑΕ από τη Vodafone, παρά το γεγονός ότι ένα από αυτά χρησιμοποιούνταν «αποκλειστικά για εσωτερικές λειτουργίες των ψηφιακών κέντρων», ούτε να διερευνήθηκε αν αυτό αντιστοιχεί στο τηλέφωνο που κάλεσε η σταθερή γραμμή του Κ. Τσαλικίδη το βράδυ του θανάτου του.
* Φέρεται να μη διερευνήθηκαν τα ερωτήματα που προκύπτουν από την παραδοχή του τεχνικού διευθυντή της Ericsson, μιας τρίτης δηλαδή εταιρείας, ότι είχε καθημερινή επαφή με τον Κ. Τσαλικίδη, την ίδια στιγμή που ο τεχνικός διευθυντής της Vodafone, της εταιρείας δηλαδή στην οποία εργαζόταν ο Κ. Τσαλικίδης, επέμενε ότι δεν είχε τακτική επαφή με τον τελευταίο.
* Αναπάντητο φέρεται να παραμένει το επίμονο ερώτημα της οικογένειας του εκλιπόντος σχετικά με τους λόγους για τους οποίους δεν παρελήφθη το πτώμα του Κ. Τσαλικίδη από το ΕΚΑΒ για νεκροτομή, αλλά αντ' αυτού την υπόθεση διαχειρίστηκε περιέργως η σήμανση, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του αδελφού του Π. Τσαλικίδη.
Η λίστα των υποκλοπών
Απέναντι σ' αυτά τα αναπάντητα ερωτήματα η πλευρά όσων διαχειρίστηκαν την υπόθεση (και τη συγκάλυψή της) έχει μόνο ένα επιχείρημα να αντιτάξει: «Εμείς υπήρξαμε τα θύματα των υποκλοπών, με πρώτο και καλύτερο τον πρωθυπουργό». Μάλιστα, στην αρχική αποκάλυψη της υπόθεσης, κατά τη συνέντευξη των τριών υπουργών (2.2.2006), αφέθηκε να εννοηθεί ότι το κέντρο των υποκλοπών βρισκόταν στην πρεσβεία των ΗΠΑ. Μ' αυτό τον τρόπο η κυβέρνηση έκλεινε το μάτι στους πολίτες: «Εχουμε το θάρρος να υποδείξουμε τους δράστες, αλλά δεν έχει νόημα να ψάχνουμε άλλο, γιατί θα έρθουμε σε σύγκρουση με την υπερδύναμη». Στην ίδια λογική κινούνταν και οι τοποθετήσεις κυβερνητικών στελεχών, τα οποία επέμεναν ότι η τεχνογνωσία που απαιτούσαν οι υποκλοπές ήταν τόσο υψηλή, ώστε μόνο πολύ προηγμένες τεχνολογικά χώρες θα μπορούσαν να τη σχεδιάσουν.
Ομως και αυτό το επιχείρημα αποτελεί μέρος του σχεδίου συγκάλυψης. Γιατί η συμμετοχή άλλων κρατών σε μια υπόθεση που οργανώθηκε ενόψει τον Ολυμπιακών Αγώνων δεν αποκλείει καθόλου την ελληνική ανάμειξη. Οπως αναλύουμε σε διπλανές στήλες, ισχύει μάλλον το αντίθετο.
Αλλά και η περιβόητη λίστα των παρακολουθούμενων (με πρώτο τον πρωθυπουργό) δεν είναι καθόλου καθαρή ιστορία. Οι καταθέσεις των κυβερνητικών στελεχών και των εκπροσώπων των εταιρειών Vodafone και Ericsson αφήνουν ένα τεράστιο κενό, ενώ αποδείχτηκε ότι η κυβέρνηση «επεξεργάστηκε» αυτή τη λίστα (κατάθεση Κορωνιά). Οι αντιφάσεις στις καταθέσεις κυβερνητικών στελεχών και εκπροσώπων των εταιρειών προκάλεσαν τη δήλωση του Μιλτιάδη Παπαϊωάννου ότι «η λογική της διεθνούς συνωμοσίας δεν στέκει πουθενά, είναι βαθύτατα αποπροσανατολιστική» (10.3.2006). Και βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η επίσημη λίστα των παρακολουθούμενων περιλαμβάνει δύο κατηγορίες πολιτών. Γιατί είναι ελάχιστα πειστική η άποψη ότι οι ίδιοι «κατάσκοποι» παρακολουθούσαν τον Γιώργο Βουλγαράκη και την Κατερίνα Ιατροπούλου, τον Κώστα Καραμανλή και τον Νίκο Γιαννόπουλο.
Μια σοβαρή ένδειξη για τη σαθρότητα του επιχειρήματος είχε προκύψει όταν, με ερωτήσεις του Ευάγγελου Βενιζέλου προς τον κ. Κορωνιά, φάνηκε ότι τα κυβερνητικά στελέχη που φέρονταν ως θύματα των παρακολουθήσεων δεν είχαν μπει στον κόπο να ζητήσουν κατάλογο των συνομιλιών τους που μπορεί να είχαν υποκλαπεί, έτσι ώστε να διαπιστωθεί «αν είχε βλαφθεί το εθνικό συμφέρον» (Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, 9.3.2006).
Τη θεωρία του «θύματος» είχε καταγγείλει εγκαίρως ο ίδιος ο σημερινός πρωθυπουργός μετά τις αποκαλύψεις του τύπου για τις συμφωνίες Ελλάδας-ΗΠΑ στον τομέα των παρακολουθήσεων πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Μιλώντας στους συντονιστές του κόμματός του, στις 25.9.2006, ο Γιώργος Παπανδρέου είχε δηλώσει: «Τώρα αποδεικνύεται όχι μόνον ότι δεν ήταν θύματα, όπως έλεγαν, αλλά ότι ήταν συμμέτοχοι και συνυπεύθυνοι για το έγκλημα της παρακολούθησης των τηλεφώνων». Αλλά, αν είναι έτσι, γιατί διστάζει να προτείνει Εξεταστική Επιτροπή και γι' αυτό το μείζον σκάνδαλο;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου